Suspiria
(4.5 / 5)
Movie of the week: 1-7 Nov. 2018
- Τρόμου
- 2018
- 152′
- Σκηνοθεσία: Λούκα Γκουαντανίνο. Με τους: Τίλντα Σουίντον, Ντακότα Τζόνσον, Κλόι Γκρέις Μόρετζ
Ριμέικ της κλασικής ταινίας τρόμου του Ντάριο Αρτζέντο από το σκηνοθέτη Λούκα Γκουαντανίνο. Σε μια σχολή χορού στο Βερολίνο μια χορεύτρια εξαφανίζεται μυστηριωδώς, ενώ οι φήμες πως η εξαφάνιση συνδέεται με την τρομοκρατία φουντώνουν. Παράλληλα στην σχολή εμφανίζεται μια νεαρή Αμερικανίδα που έχει ανατραφεί σε αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον. Όμως πίσω από τη σχολή χορού ίσως να κρύβονται μυστικά πέρα από αυτά που μπορεί να φανταστεί η νεαρή σπουδάστρια.

Κριτική από τον Γιάννη Ραουζαίο
Ο Λούκα Γκουαντανίνο, γνωστός για τις αισθητικές επιλογές του, αυτή τη φορά προσεγγίζει ένα κλασικό έργο τρόμου του πολύ Ντάριο Αντζέντο με τρόπο που ξεπερνά κατά πολύ το πλαίσιο που ορίζεται από το πρωτότυπο και κατευθύνει τα νοήματά του σε ενα εντελώς διαφορετικό σύμπαν σημασιών. Η ενοχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της τεράστιας σφαγής που συντελέστηκε δένεται με την ακρότητα και την διάχυτη βία του κράτους και των ριζοσπαστικών κινημάτων στη Γερμανία της δεκαετίας του 1970 και στη μεταξύ τους σύγκρουση, ενώ σε ένα παράλληλο επίπεδο αυτό το κλίμα απειλής περνάει στο μεταφυσικό φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με θέσεις που πάντα γοήτευαν την ανθρωπότητα αλλά και με μυστήρια που πολύ θα ήθελε να ξεχάσει.
Η ατμόσφαιρα της ταινίας, ελλειπτική και σε πολλά σημεία κρυπτική, μέσα σε μεταθέσεις και αντιμεταθέσεις ισχυρών συμβολισμών ξετυλίγεται πότε πιο αργά και πότε με εκρηκτικές εξάρσεις αιχμαλωτίζοντας τον θεατή στον ιστό όχι μόνο όσων βλέπει αλλά και όσων υπονοούνται.
Εξαιρετική η Τίλντα Σουίντον σε όλες τις… πλευρές διαμέσου των οποίων εκφράζεται το τεράστιο υποκριτικό της ταλέντο, ενώ η Ντακότα Τζόνσον, σε έναν διττό ρόλο έντασης και αισθησιακότητας, σε ένα ανεπανάληπτο κρεσέντο ταυτίζεται και ολοκληρώνει την μετάβασή της από το ανθρώπινο πρόσωπο στο υπερφυσικό και υπέρλογο προσωπείο της μάγισσας- μητέρας δίνοντάς μας την σημαντιότερη σε βάθος ερμηνεία της εώς τώρα καριέρας της. Η φωτογραφία μουντή, όπως ένα σκούρο, γεμάτο χιόνι και ανταύγειες φωτός γερμανικό τοπίο δίνει στο δημιούργημα του Γκουαντανίνο μια διαστροφική σκοτεινή μεγαλοπρέπεια. Οι απαντήσεις του φινάλε, που φυσικά δεν θα αποκαλύψουμε, δημιουργούν -όπως μια γνήσια δουλειά πολύ υψηλών προδιαγραφών του σινεμά μυστηρίου- ακόμα περισσότερα ερωτήματα που σε καμία περίπτωση δεν μας λυτρώνουν από τις σκιές που κρύβονται πίσω από τους καθρέφτες του νου μας και των κοινωνιών μας.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να πούμε πως θεωρούμε ότι αυτό το μεγαλεπίβολο κινηματογραφικό οικοδόμημα αναμφίβολα θα έχανε πολύ στα μάτια κάποιου αν αυτός επεδίωκε να το προσεγγίσει μέσα από τα λειτουργικά εργαλεία του παλαιότερου αριστουργήματος του Αρτζέντο. Ο Γκουαντανίνο, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μας, αφήνει πίσω του τη δουλειά του μεγάλου δασκάλου για να δημιουργήσει κάτι διαφορετικό, βαθύ, σύγχρονο και πλήρες οράματος. Ενός οράματος που ο ίδιος το ξεκινά, το εκτυλίσει και το ολοκληρώνει μέχρι τις τελευταίες ανατριχιαστικές του λεπτομέρειες.