
από τον Γιάννη Ραουζαίο
Winona
(3.5 / 5)
Για μία ακόμη εβδομάδα συνεχίζεται η πορεία της καλύτερης κατά την γνώμη μας ταινίας, του The Boy, δηλαδή του κατά κόσμον Αλέξανδρου Βούλγαρη, μουσικού και σκηνοθέτη. Την είχαμε δεί στην πανελλήνια πρεμιέρα της στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και είχαμε μαγευτεί!
Ο Τhe Boy επιστρέφει στον ιδιαίτερο κόσμο που παρακολουθεί, συνθέτει και αφουγκράζεται τις κρυμμένες του, ενίοτε γλυκόπικρες, ενίοτε μελαγχολικές, πλευρές, πάνω από δεκαπέντε χρόνια τώρα.
Στην “Winona”( με την αναφορά για την ηθοποιό Winona Ryder, icon και κινηματογραφική περσόνα των nineties να είναι εμφανής), ο Τhe Boy κινηματογραφεί, τέσσερα όμορφα νεαρά κορίτσια τα οποία παίζουν, γελούν και κολυμπουν κατά την διάρκεια μίας και μοναδικής ημέρας, σε μία απόμερη παραλία. Η αναφορά στην χρονική διάρκεια μίας ημέρας, εύκολα μας είχε φέρει στον νού τότε και τώρα ένα άλλο ανάλογο πείραμα , στην ταινία “παραλία” του Φ.Οζόν. Εδώ όμως είναι πολύ διαφορετικό το υπαρξιακό και συναισθηματικό πλέγμα σχέσεων που συνδέει τις ζωές,και την ιστορία των ηρωίδων.
Από τις πρώτες στιγμές διαπιστώνουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στους χαρακτήρες της παρέας των κοριτσιών; Φορούν και οι τέσσερις γυαλιά (και μάλιστα αρκετά πανομοιότυπα!), αγαπούν το καλό σινεμά, δεν μασούν τα λόγια τους στα πειράγματα τους η μία την άλλη και φαίνονται να έχουν μοιραστεί ένα κοινό παρελθόν που τις έχει δέσει πάρα πολύ. Όλα φαίνονται να βαίνουν καλώς αρχικά αλλά σύντομα διαπιστώνουμε οτι υπάρχει κάτι που υποσκάπτει την χαρούμενη ατμόσφαιρα.
Γιατί ενώ επιχειρούν να κάνουν η μία στην άλλη “πατητές” στην θάλασσα, ξαφνικά η μία ξεσπά σε κλάμματα; Ποιοί φαίνεται να κατοικούν στο σπίτι ή παραθαλάσσια πανσιόν στον λόφο; Ποιός είναι τέλος ο λόγος που ενώ είναι κατακαλόκαιρο, ο σκηνοθέτης επιλέγει να υπάρχουν και στιγμές συννεφιάς που κινηματογραφούνται να σκεπάζουν τους παιχνιδιάρικους τρόπους και τις χειρονομίες των κοριτσιών, και κυρίως, ποιοι είναι οι δύο κάτοχοι του αυτοκινήτου που είναι σταματημένο στο πλάι της παραλίας, φαίνεται να γνωρίζονται με τα κορίτσια και δεν βγαίνουν καθόλη την διάρκεια της ημέρας από το όχημα τους;
Κάποιο υποβόσκον μυστικό και η απειλητική παρουσία μίας πράξης ή κατάστασης του παρελθόντος, αρχίζει να φιλτράρει σιγά-σιγά, μέσα σε μία αργή αλλά πυκνή κλιμάκωση της δράσης, με διαφορετικά, πιο μελανά χρώματα, αυτή την κοριτσίστική καλοκαιρινή επίσκεψη, τα χάδια τους, την αύρα των σωμάτων και τα παιχνίδια δίπλα στην θάλασσα. Ο The Boy, με την συνοδεία δικής του μουσικής, απολύτως εναρμονισμένης με την εξέλιξη της ατμόσφαιρας της ιστορίας που διηγείται, παρ-ακολουθεί, αυτή την πορεία αποκάλυψης του κρυμμένου μυστικού.
Την αλήθεια που, αχνά στην αρχή, αλλά αδυσώπητα πανίσχυρη στο τέλος, έρχεται μαζί με το φώς που αποχωρεί και την νύχτα που θα σκεπάσει το τοπίο, να μας αποκαλυφθεί πρός το τέλος της ταινίας και ειδικά στο, ακρως σκοτεινά ρομαντικό, φινάλε της.
Η ταινία συσσωματώνει τον ερωτισμό αλλά και την αφέλεια της νιότης σε ένα ενιαίο σώμα, με το δραματικό, ενίοτε τραγικό, στοιχείο μιάς επερχόμενης υπαρξιακής εκκάλυψης να σκεπάζει αυτό, σταδιακά, σε μια διαρκή, γεμάτη ένταση, . Οι διάλογοι και η φωτογραφία συνδέουν όχι τόσο την αναλυτική αφήγηση της ιστορίας, αλλά περισσότερο τις στιγμές εκείνες που η εκκάλυψη, διαπερνά τα κενά του λόγου.
Οι αναδύσεις των σιωπών ανάμεσα στις λέξεις, με τα πρόσωπα και τις εκφράσεις τους να ζωγραφίζουν την γυμνή τους μορφή στην κάμερα, πυροδοτεί σταδιακά και αδυσώπητα τις ελλοχεύουσες σε ολόκληρο το αφηγηματικό σώμα του έργου, απαντήσεις.
Ο εναλλασόμμενος ρυθμός των εικόνων, και οι εμβόλιμες αναφορές σε σκηνοθέτες, ταινίες και αστείες στιγμές με φίλους ή εραστές, λειτουργούν ως τμήμα αυτής της υπαρξιακής σκιαγράφησης. Υπάρχει χαρά εδώ, υπάρχει κι η ευλογία των ουρανών, αλλά υπάρχει και κάποιο μυστικό, όπως υπάρχει και ένα κρυμμένο δράμα πίσω από την σκηνή αυτού του θεάτρου φωτεινών σκιών. Ήδη όταν το διαπιστώνουμε αυτό έχουμε πλέον γίνει κοινωνοί του μυστηρίου.
Τα επιμέρους στοιχεία του στην ένωση τους, συνθέτουν εμπρός στα μάτια μας μία κρυμμένη αρχικά αλλά ορατή όλο και περισσότερο πλέον τελετουργία. Μία τελετουργία χειρονομιών, αισθήσεων, και προσφοράς, για ό,τι η παρέα των κοριτσιών, είχε συναντήσει στο παρελθόν, είχε αγαπήσει, είχε αναμετρηθεί και τώρα πλέον καλείται, μέσα σε αυτήν την συγκεκριμένη ημέρα, να τιμήσει και να αποχωριστεί οριστικά.
Το κλείσιμο της ταινίας μαζί με την λύτρωση που επιφέρει αποκαλύπτει, την τρομακτική ευαισθησία που η πλησμονή της ανεπιτυχούς υπερβασης της μας έφερε εμπρός στο δράμα. Η αλήθεια είναι πάντοτε εδώ αλλά οι μικρές πράξεις μας, είναι αυτές που καθοδηγούν τις επιλογές μας και τα αποτελέσματα τους ένα ακόμη σχόλιο, κεντημένο πάνω στο παίγνιον του Κόσμου.
Ευτυχώς αυτή η γενιά νέων ανθρώπων, είναι ξανα έτοιμη να μιλήσει για αυτή την συνειδητοποίηση, μέσα από τις διαφορετικές φωνές της, όπως εδώ συμβαίνει με αυτήν του Αλέξανδρου. Είναι έτοιμη με πάθος και συναίσθημα να σχολιάσει την βιωματική συνέχεια των αισθήσεων και των στιγμών, που δεν παύει να εκδιπλώνεται μέσα από όλες τις προσπάθειες και όλα τα παρελθόντα και τις ενδεχομενικότητες του μέλλοντος που μας ακολουθούν.
Είναι εδώ, και είναι έτοιμη και ώριμη πλέον, να αναφερθεί σε αυτή την τόσο εμφανή αλλά και συνάμα δύσκολα αντιληπτή μέσα στον βόμβο των υπνωτισμένων αέναων ροών των τεχνικών εικόνων και των σημείων του πολιτισμού μας, αλήθεια. Χρειάζεται κάποιες φορές να φορέσουμε γυαλιά αποκαλυπτικά ακόμη και εάν τα μάτια μας νομίζουν οτι βλέπουν την αλήθεια χωρίς αυτά!
Χρειάζεται να τα φορέσουμε θαρραλέα και σαν τις ηρωίδες της “Winona” σκληρά αλλά και διεισδυτικά, να δεχθούμε τον χρόνο, το χωρίς φτιασιδώματα παρόν και την μνήμη όσων είχαμε- δεν έχουμε πλέον αλλά παρότι ακόμη και εάν θα ξανάχουμε στο μέλλον, εντέλει , κάποια στιγμή, θα χάσουμε οριστικά. Χρειάζεται πράγματι και για πάντα, εξαγνισμένοι στην τελετουργία της έμβιας άφεσης που έχουμε συντελέσει εντός μας στην αναγνώριση της, να επιτρέψουμε, επιτέλους, στους θρυμματισμένους εαυτούς μας, μετά το απομεσήμερο και τη λάμψη της ημέρας, προχωρήσουμε μπροστά και να αφήσουμε τις εικόνες που μας στοιχειωσαν, πίσω.