Το δείπνο μου με τον Αντρέ

3 out of 5 stars (3 / 5)

Έτος: 1981

Διάρκεια: 110′

Είδος: Δραματική

Σκηνοθεσία: Λουί Μαλ

Παίζουν: Αντρέ Γκρέγκορι, Γουάλας Σον

Σύνοψη

Η ταινία που σκηνοθετεί ο Λουί Μαλ παρουσιάζει τον Αντρέ Γκρέγκορι και τον Γουάλας Σον να υποδύονται φανταστικές εκδοχές του εαυτού τους καθώς συζητούν για τη ζωή αλλά και την τέχνη. 

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας
Οι Έρωτες της Αναΐς

3 out of 5 stars (3 / 5)

Έτος: 2021

Διάρκεια: 98′

Σκηνοθεσία: Σαρλίν Μπουρζουά-Τακέ

Παίζουν: Αναΐς Ντεμουστιέ, Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι και τον Ντενί Πονταλιντέ

Σύνοψη

Η Αναḯς είναι τριάντα και δεν έχει λεφτά. Έχει έναν εραστή, αλλά δεν είναι σίγουρη αν τον αγαπά. Συναντά τον Ντανιέλ, που την ερωτεύεται αμέσως. Αλλά ο Ντανιέλ ζει με την Εμιλί, την οποία ερωτεύεται η Αναḯς. Αυτή είναι η ιστορία μιας ανήσυχης νέας γυναίκας και μιας βαθιάς επιθυμίας.

Add Your Heading Text Here
Εραστές

2.5 out of 5 stars (2.5 / 5)

Έτος: 2020

Διάρκεια: 102′

Είδος: Θρίλερ

Σκηνοθεσία: Νικόλ Γκαρσιά

Παίζουν: Στέισι Μαρτέν, Πιερ Νινέ, Μπενουά Μαζιμέλ

Σύνοψη

Η Λίζα και ο Σιμόν είναι νέοι, ερωτευμένοι και αχώριστοι. Ζουν έντονα τη ζωή τους στο σημερινό Παρίσι, οδηγώντας τον έρωτά τους πολλές φορές στα άκρα.
Όταν μια βραδιά θα πάρει μια απρόσμενη και για τους δυο τους τροπή, ο Σιμόν θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει άμεσα τη χώρα.


Λίγα χρόνια αργότερα, σε ένα νησί του Ινδικού Ωκεανού, οι δρόμοι τους διασταυρώνονται ξανά. Όμως, τίποτα δεν είναι πια ίδιο.

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας
Add Your Heading Text Here

2 out of 5 stars (2 / 5)

Έτος: 2021

Διάρκεια: 102′

Είδος: Κωμωδία

Σκηνοθεσία: Νταβίντ Φενκινός, Στεφάν Φενκινός

Παίζουν: Καρόλ Μπουκέ, Ντενί Πονταλιντέ, Καρίν Βιάρ, Μόνικα Μπελούτσι, Σουζάν Κλεμάν

Σύνοψη

Έξι ζευγάρια θα βρεθούν αντιμέτωπα με τις φαντσιώσεις τους στην προσπάθειά τους να διερευνήσουν τη σεξουαλικότητά τους. Έξι αναρρωτήσεις σχετικά με την επιθυμία και την ικανοποίηση. Από τα παιχνίδια ρόλων ως την αποχή, έξι διαφορετικές ιστορίες που κινούνται γύρω από το ίδιο ερώτημα: την ικανοποίηση, τόσο του εαυτού όσο και του άλλου. 

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας
Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας...και Ανοιξη

4 out of 5 stars (4 / 5)

Ετος: 2003

Διάρκεια: 103′

Είδος: Δραματική

Σκηνοθεσία: Κιμ Κι-Ντουκ

Παίζουν: Γιενγκ-Σου Ο, Κιμ Κι-Ντουκ, Κιμ Γιουνγκ-Μιν, Σέο Τζάε-Κιουνγκ, Χα Φέο-Τσιν

Σύνοψη

Ο Γέρος Μοναχός και ο Νεαρός Μοναχός ζουν σαν ερημίτες σε έναν γαλήνιο ναό που πλέει πάνω σε μία λίμνη. Η ζωή τους ακολουθεί τους ατάραχους ρυθμούς των εποχών, παρότι, όμως, ζουν αποκομμένοι από τα εγκόσμια, δεν μπορούν να αποφύγουν την έλξη της ζωής, με τα πάθη και τα βάσανά της. Κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Γέρου Μονάχου, ο Νεαρός Μοναχός παίρνει ένα σκληρό μάθημα όταν το παιδικό του παιχνίδι γίνεται άσπλαχνο. Στη συνέχεια βιώνει τη δύναμη του πόθου όταν μία νεαρή γυναίκα εισβάλλει στον κλειστό του κόσμο. Ο πόθος του αυτός θα οδήγησε τελικά στην εμμονή και στο έγκλημα. Αλλά ύστερα από την ένταση της άνοιξης και του καλοκαιριού έρχεται το φθινόπωρο, η εποχή της περισυλλογής και τις επανόρθωσης, και τέλος ο χειμώνας, η εποχή της αφύπνισης και του διαφωτισμού.

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας
Οι Γέφυρες του Μάντισον

4.5 out of 5 stars (4.5 / 5)

Έτος: 1995 

Διάρκεια: 135′

Είδος: Δραματική

Σκηνοθεσία: Κλιντ Ίστγουντ

Παίζουν: Μέριλ Στριπ, Κλιντ Ίστγουντ, Άνι Κόρλεϊ, Βίκτορ Σλέζακ

Σύνοψη

Ο Ρόμπερτ (Κλιντ Ίστγουντ), ένας ταξιδευτής φωτογράφος για το National Geographic διασταυρώνεται τυχαία με την Ιταλοαμερικάνα Φραντζέσκα (Μέριλ Στριπ) στην αγροτική Άιοβα. Οι ζωές τους ανατρέπονται, οι ψευδαισθήσεις τους διαλύονται και βιώνουν έναν έρωτα σπάνιας και συνταρακτικής ομορφιάς.

Add Your Heading Text Here
Μία από τις πιο ρομαντικές ιστορίες του κινηματογράφου

Το σκηνοθετικό στυλ του Κλιντ Ίστγουντ πάντα στρέφει το βλέμμα στις λεπτομέρειες, αποκαλύπτοντας στιγμές που μπορεί άλλοι σκηνοθέτες να τις θεωρούσαν επουσιώδεις. Αντί να προτιμήσει εντυπωσιακές κινήσεις της κάμερας ή έντονες ενορχηστρώσεις στη μουσική επένδυση, ο Ίστγουντ διατηρεί μία απόσταση και επιτρέπει στους ηθοποιούς να πρωταγωνιστούν.

Ο δημιουργός δηλώνει για τη σκηνοθετική προσέγγιση της ιστορίας, «Γυρίσαμε την ταινία σε γραμμική σειρά. Οπότε αντί να γυρίσουμε την τελευταία σκηνή πρώτη, όπως συμβαίνει καμιά φορά στις ταινίες, τη γυρίσαμε σε χρονολογική σειρά. Ήθελα να αιχμαλωτίσω στον φακό όλη την αμηχανία και την αδεξιότητα της πρώτης συνάντησης. Δεν σπατάλησα χρόνο να συζητάω για το σενάριο και ξεκινήσαμε τα γυρίσματα αμέσως».

Ο Τζακ Ν.Γκριν, ο διευθυντής φωτογραφίας της ταινίας, θυμάται την έκπληξη της Μέριλ Στριπ για τη σκηνοθετική προσέγγιση του Ίστγουντ, που δείχνει αποφασιστικότητα και ωριμότητα. «Θυμάμαι μετά την πρώτη λήψη όταν προχωρήσαμε γρήγορα στο κοντινό της Μέριλ. Εκείνη μας κοίταξε παράξενα και μας ρώτησε αν δουλεύουμε πάντα έτσι. Της εξηγήσαμε ότι δεν κάνουμε πολλές λήψεις, εκτός αν ο ηθοποιός το ζητήσει. Μετά από τρεις μέρες, μας έλεγε πόσο της αρέσει αυτή η μέθοδος, γιατί μπορούσε να παίξει με όλο το συναίσθημα από την αρχή και δεν χρειάζεται να το πηγαίνει σταδιακά».

Είναι μία προσέγγιση που προέκυψε από την αρχή της καριέρας του μπροστά στην κάμερα και όχι πίσω από αυτήν, με τον Ίστγουντ να εξελίσσει την τέχνη του σταδιακά και αθόρυβα μέχρι που έγινε ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες της Αμερικής. Οι Γέφυρες του Μάντισον είναι μία τρανή απόδειξη αυτού του ταλέντου.

Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Τζέιμς Γουόλερ, η ταινία αφηγείται την ιστορία της Φραντζέσκα Τζόνσον (Στριπ), μίας νυφούλας πολέμου από την Ιταλία που ζει με τον σύζυγο και τα δύο παιδιά της στην Αμερική της δεκαετίας του 1960. Η οικογένεια της λείπει για μερικές μέρες, όταν διασταυρώνεται με τον Ρόμπερτ Κινκάιντ (Ίστγουντ), έναν φωτογράφο του National Geographic που έχει αναλάβει να φωτογραφήσει τις ιστορικές γέφυρες της κομητείας.

Η Μέριλ Στριπ λέει για την εμπλοκή της με την ταινία, «Δεν διάβασα ποτέ όλο το βιβλίο για να είμαι ειλικρινής. Η φίλη μου και ηθοποιός Κάρι Φίσερ έδωσε το νούμερο του σπιτιού μου στον Κλιντ Ίστγουντ. Εκείνος με κάλεσε και μου έκανε μία πρόταση που δεν μπορούσα να αρνηθώ» λέει η πρωταγωνίστρια γελώντας. Ο συμπρωταγωνιστής της επιβεβαιώνει, «Είναι πολύ δύσκολο να της αντισταθείς. Είναι μία υπέροχη ηθοποιός και είχε την τέλεια ηλικία για τον ρόλο».

Αξίζει να σημειωθεί ότι αρχικά το στούντιο είχε υπολογίσει σε νεότερες υποψήφιες για τον ρόλο. Η Μέριλ Στριπ εξομολογείται πως «Νομίζω ότι ο Κλιντ ήταν τότε 65 κι εγώ θα γινόμουν 45 και κλήθηκα να υποδυθώ μία 45χρονη. Όμως το στούντιο πίστευε ότι ήμουν μεγάλη για τον ρόλο. Ο Κλιντ με υποστήριξε σθεναρά, γεγονός που με χαροποίησε. Είναι κάτι που θα έκανα κι εγώ για να τον υποστηρίξω».

Η Φραντζέσκα συμφωνεί να βοηθήσει τον Ρόμπερτ και σύντομα θα γεννηθεί μία παθιασμένη σχέση που θα διαρκέσει τέσσερις μέρες. Όπως διαφαίνεται από την αρχή της ταινίας, αυτή η σχέση δεν θα κρατήσει, με την Φραντζέσκα να ξέρει ότι θα επιστρέψει στην οικογένεια της. Όμως η σχέση θα χαράξει το σημάδι της και στους δύο για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Η Μέριλ Στριπ εμπνεύστηκε από παιδικές της αναμνήσεις για να αποδώσει τον χαρακτήρα, το μπρίο και το ταπεραμέντο της Φραντζέσκας. «Την κατάλαβα σαν χαρακτήρα. Μου θύμισε μία γυναίκα στη γειτονιά μου στο Νιού Τζέρσεϊ, μία νύφη πολέμου που έμενε κοντά μας. Την έλεγαν Νούτσι και ο άντρας της ήταν ένας πανύψηλος, ξανθός στρατιώτης που επέστρεψε από τον πόλεμο και έφερε αυτό το εξωτικό πλάσμα με την ιδιαίτερη ιταλική προφορά. Θαύμαζα τον τρόπο που μιλούσε, τις κινήσεις της. Οπότε, βασικά, τη μιμήθηκα» λέει γελώντας.
«Η σύσταση του χαρακτήρα της μας δείχνει ότι ποτέ δεν θα εγκαταλείψει την οικογένεια της. Έχει ριζώσει εκεί. Δούλεψα σκληρά για να φανταστώ τις κινήσεις της, αν και το πιο απολαυστικό κομμάτι μιας ερμηνείας είναι η πλήρης μεταμόρφωση του σώματος για τις ανάγκες ενός ρόλου. Είναι αισθησιακή γυναίκα» εξηγεί η Στριπ.

Την αξέχαστη αυτή ιστορία αγάπης εκφράζει τέλεια η χημεία των δύο πρωταγωνιστών, που έχει υμνηθεί από κοινό και κριτικούς. Οι συντελεστές μπροστά και πίσω από την κάμερα διέκριναν τη δύναμη της συνύπαρξης των δύο ηθοποιών από το γύρισμα. Ο μοντέρ της ταινίας Τζόελ Κοξ, λέει χαρακτηριστικά, «Νομίζω ότι η ταινία ήταν τόσο επιτυχημένη χάρη στη χημεία μεταξύ της Μέριλ και του Κλιντ. Στον φακό έγραφαν σαν δύο ξένοι που βρέθηκαν κοντά μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ένιωθες την προσμονή να κλιμακώνεται καθώς κορυφώνεται σε ένα σημείο. Όλα κινούνται προς τα εκεί».

Ο διευθυντής φωτογραφίας Τζακ Ν.Γκριν επισημαίνει ότι «ο Κλιντ ήθελε να έχουν οι δυο τους μία ζεστή, φιλική σχέση πίσω από την κάμερα, για να φανεί αυτό και στον φακό. Και οι δύο προσπάθησαν να χτίσουν τη φιλία μεταξύ τους και ήταν απολαυστικό να τους βλέπεις στο γύρισμα». Η παραγωγός Κάθλιν Κένεντι επιβεβαιώνει: «Ήταν ακαριαίο, ο Κλιντ και η Μέριλ ήταν ο συνδυασμός που πάντα ψάχνουμε σε μία ρομαντική ιστορία. Είχαν χημεία στον φακό, πίστευες αμέσως ότι ήταν πολύ ερωτευμένοι».

Παρομοίως, η Μέριλ Στριπ εντοπίζει τη χημεία που την έδεσε με τον συμπρωταγωνιστή της, λέγοντας: «Προερχόμαστε, προφανώς, από πολύ διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, οπότε υπάρχει αυτή η έλξη ανάμεσα στους αντίθετους πόλους που δημιούργησε το μαγικό αυτό μείγμα».

Η ταινία αφηγείται μια απλή ιστορία και ο χαλαρός ρυθμός της αφήνει τον θεατή να ρουφήξει αυτό το ατελέσφορο ρομάντζο. Όπως συμβαίνει με πολλά αριστουργήματα, η μαγεία της ταινίας δεν προκύπτει από την ιστορία, αλλά από το πώς παρουσιάζεται και σε αυτήν την περίπτωση η ευφυία και το ταλέντο του Ίστγουντ βρίσκονται στο αποκορύφωμα τους. Η Μέριλ Στριπ λέει σχετικά: «Η εμπειρία μου μού έχει δείξει ότι κάποιοι σπουδαίοι σκηνοθέτες δεν σε αφήνουν να νιώθεις ότι σε σκηνοθετούν και σε καθοδηγούν. Στο τέλος του γυρίσματος νιώθεις ότι έκανες ό,τι ήθελες και δεν καταλαβαίνεις ότι σε είχαν καθοδηγήσουν υπόγεια και διακριτικά. Σε αυτή την ταινία, ένιωσα εντελώς ελεύθερη».

Δεν συμβαίνουν πολλά στις Γέφυρες του Μάντισον. Η ταινία δεν έχει μεγαλειώδη σκηνικά ή εκκωφαντικές συναισθηματικές στιγμές. Όμως, την ίδια στιγμή, η ταινία απλώνει ένα τσουνάμι από γεγονότα, μόνο που τα γεγονότα αυτά είναι μικρές σταγόνες, από εκείνες που συνιστούν ένα ολόκληρο ωκεανό. Όλες μαζί σχηματίζουν μία από τις πιο ρομαντικές ιστορίες του κινηματογράφου.

Η σχέση τους είναι σαν μία αναπνοή που εκφράζεται μόνο από τις κινήσεις του σώματος, καθώς ξεκινάει από μία απλή γνωριμία, προχωράει σε φιλία και μετά σε ερωτική σχέση, μέσα από αγγίγματα ή χαμόγελα. Ούτε ένα δευτερόλεπτο δεν πάει χαμένο, καθώς ο Ίστγουντ αξιοποιεί τις κινήσεις της κάμερας με καθαρότητα, μέσα από λιτές εικόνες που βάζουν τον θεατή μέσα στην ιστορία διακριτικά.

Η Μέριλ Στριπ τονίζει την οικονομία του Ίστγουντ ερμηνευτικά και σκηνοθετικά. «Η σκηνή του τσακωμού συμβαίνει τη στιγμή που φαίνεται ότι αυτό το όνειρο έχει περιορισμούς και η Φραντζέσκα το καταλαβαίνει αυτό. Είναι το επόμενο πρωινό, όταν καταλαβαίνει ότι τελείωσε. Είναι μία σπουδαία σκηνή και ο Κλιντ δεν δίστασε να το πάει μέχρι τέλους ερμηνευτικά. Μετά αιφνιδιάστηκα, γιατί όταν είδα το τελικό μοντάζ, ανακάλυψα ότι είχε αφαιρέσει τα πιο έντονα πλάνα με της ερμηνείας του, αυτά που θα του εξασφάλιζαν ένα Όσκαρ Πρώτου Ανδρικού Ρόλου (γελάει). Δεν υπάρχει ηθοποιός που να μη θέλει να παίξει τέτοια σκηνή και εκείνος αποσύρθηκε με έναν τρόπο και μου έκανε εντύπωση. Νομίζω, όμως, ότι έχει μία πολύ καλή άποψη για το πόσα στοιχεία χρειάζονται για να πεις μια ιστορία μέσω του προσώπου και πόσο μακριά πρέπει να φτάσεις. Στο τέλος, ήταν μία πολύ κομψή αίσθηση υποχώρησης ερμηνευτικά από μέρους του».

Η τελευταία σκηνή με το χέρι της Φραντζέσκα να διστάζει να ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου για να τρέξει κοντά στον Ρόμπερτ, όσο ο σύζυγος της είναι στη θέση του οδηγού σε πλήρη άγνοια για το δράμα που εκτυλίσσεται δίπλα του, έχει αντίστοιχη δύναμη με μία σκηνή αντιπαράθεσης στην Άγρια Δύση. Η Μέριλ Στριπ αναλύει τη δύναμη της σκηνής: «Αυτό το σενάριο ήταν πολύ πυκνά γραμμένο με πολλούς διαλόγους, αλλά στο τέλος αυτό που θυμούνται οι θεατές είναι μία εικόνα: είναι το χέρι της στο χερούλι να μην ανοίγει την πόρτα και εκείνος να στέκεται στη βροχή, εκείνη να κοιτάει τα φανάρια. Μία χαμένη ευκαιρία. Οι θεατές δεν θέλουν να τους υποδεικνύεις τι να νιώσουν σε μία ταινία. Προτιμούν τον αιφνιδιασμό και έτσι μπορούν να πουν την ιστορία με δικό τους τρόπο. Αυτό συμβαίνει όταν δεν υπάρχει διάλογος κι έτσι μπορούν να φωνάξουν στην οθόνη «άνοιξε την πόρτα!».

Αυτές οι στιγμές καθορίζουν το σινεμά με την κάμερα να παρακολουθεί σε κοντινό τις πιο ιδιωτικές διαδρομές των ηρώων, με έναν τρόπο που κανένα άλλο μέσο δεν μπορεί να τις αποδώσει. Η ταινία του Κλιντ Ίστγουντ μεταφέρει αβίαστα το πρωτότυπο υλικό από τη σελίδα στην οθόνη, μεταμορφώνοντας την ιστορία έτσι ώστε να ταιριάζει στο σινεμά. Είναι καθηλωτική χάρη στις δύο κορυφαίες ερμηνείες των πρωταγωνιστών της και στέκει σαν απόδειξη ότι η απλότητα μπορεί να αναδείξει μία ταινία σε αριστούργημα.

H Μέριλ Στριπ συμπεραίνει για τη δύναμη τέτοιων ιστοριών: «Πηγαίνω σινεμά για να δω ταινίες σαν αυτή. Να νιώσω όπως νιώθουν οι άλλοι άνθρωποι, να μάθω όσα ξέρουν, να ζήσω στην αγροτική Άιοβα και να δω ένα παλιό φορτηγό να κατεβαίνει τον δρόμο και να αναρωτηθώ ποιος οδηγεί. Αυτή είναι η απόλαυση».

ΜΙΝΙΟΝΣ 2: Η Άνοδος του Γκρου

2 out of 5 stars (2 / 5)

Έτος: 2022

Διάρκεια: 87′

Είδος: Animation

Σκηνοθεσία: Κάιλ Μπάλντα

Σύνοψη

Βρισκόμαστε στην καρδιά της δεκαετίας του ’70, όπου όλοι έχουν λουλούδια στα μαλλιά και χρωματιστά παντελόνια και ο μικρός Γκρου μεγαλώνει στα προάστεια. Ως φανατικός οπαδός μια ομάδας σούπερ κακών με το όνομα «Vicious 6», ο Γκρου θέλει να γίνει αρκετά κακός ώστε μια μέρα να μπορέσει να γίνει μέλος της ομάδας τους. Ευτυχώς, στην προσπάθειά του να σπείρει το χάος, τον βοηθούν οι μικροί του ακόλουθοι, τα λατρεμένα Minions.

Όλοι μαζί, ο Κέβιν, ο Στιούαρτ, ο Μπομπ και ο Όττο, ένα νέο minion με «σιδεράκια» στα δόντια και με την απεριόριστη επιθυμία να είναι αρεστός σε όλους, αναπτύσσουν τις ικανότητές τους καθώς ετοιμάζονται να πειραματιστούν με τα πρώτα τους όπλα και να πραγματοποιήσουν τις πρώτες τους μυστικές αποστολές.

Όταν οι «Vicious 6» απομακρύνουν τον ηγέτη τους, τον θρυλικό πολεμιστή Wild Knuckles, ο Γκρου περνάει από συνέντευξη για να γίνει το νεότερο μέλος της ομάδας τους.

Όμως αυτή η προσπάθεια δεν πηγαίνει καθόλου καλά (για να το θέσουμε κομψά) και όλα γίνονται πολύ χειρότερα αφού ο Γκρου τους ξεγελάει. Τελικά, θα καταλήξει να γίνει ο ίδιος θανάσιμος εχθρός του απόλυτου κακού.

Ενώ όλοι τον καταδιώκουν, τα minions προσπαθούν να κατακτήσουν την τέχνη του κουνγκ φου για να τον σώσουν και ο Γκρου ανακαλύπτει ότι ακόμα και οι πιο κακοί χρειάζονται βοήθεια από τους φίλους τους. 

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας

Συνδυάζοντας την πιο εξωφρενική δράση στην ιστορία της Illumination με το διάσημο ανατρεπτικό χιούμορ της σειράς, και το πλήρες συναίσθημα με μουσική ευαισθησία το Minions 2: Η Άνοδος του Γκρου έρχεται δυναμικά με ένα νέο, εντυπωσιακό καστ, την 6άδα των απόλυτων Κακών (Vicious 6): η cool αρχηγός Μπελ Μπότομ (Belle Bottom) της οποίας η ζώνη με αλυσίδα είναι ταυτόχρονα ένα φονικό ρόπαλο με ντίσκο-μπάλα, ο μηδενιστής Ζαν Κλοντ (Jean Clawed) οπλισμένος (κυριολεκτικά) με ένα γιγαντιαίο ρομποτικό νύχι, η Νάντσακ (Nunchuck) που κρύβει τα θανατηφόρα τσακ της κάτω από τη στολή της καλόγριας, ο Σουηδός πρωταθλητής του πατινάζ Σβέντζανς (Svengeance) που εξολοθρεύει τους εχθρούς του με περιστροφικές κλωτσιές από τα πατίνια του με καρφιά και ο Στρόνγκχολντ (Stronghold) του οποίου τα γιγαντιαία σιδερένια χέρια είναι απειλή για τους άλλους αλλά και βάρος για τον ίδιο.

Στην ταινία πρωταγωνιστούν επίσης ο Ράσελ Μπραντ ως νεαρός Δρ Νεφάριο, ένας επίδοξος τρελός επιστήμονας, η Μισέλ Γιο ως Δάσκαλος Τσόου, ένας βελονιστής με τρελές ικανότητες στο κουνγκ φου, και η βραβευμένη με Όσκαρ® Τζούλι Άντριους ως η τρελά εγωκεντρική μαμά του Γκρου.

Ο Κακός Μπελάς

3 out of 5 stars (3 / 5)

Ετος: 1973

Διάρκεια: 85′

Είδος: Κωμωδία

Σκηνοθεσία: Εντουάρ Μολιναρό

Παίζουν: Καρολίν Σελιέ, Λίνο Βεντούρα, Ζαν-Πιερ Νταράς, Ζακ Μπρελ

Σύνοψη

Οι Αμερικανοί έχουν μια παραστατική έκφραση για εκείνο τον ενοχλητικό τύπο, που φορτώνεται στους άλλους: «pain in the ass »… Τέτοιος ακριβώς είναι ο Ζακ Μπρελ για το Λίνο Βεντούρα. Ο πρώτος, ένας αδέξιος, μελαγχολικός τύπος, έχει πιάσει ένα δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο του Μονπελιέ για να συναντήσει την εν διαστάσει γυναίκα του. Από καθαρή τύχη (ή ατυχία…) ο Βεντούρα, που υποδύεται ένα ψυχρό, μεθοδικό και επαγγελματία δολοφόνο με συμβόλαιο να σκοτώσει έναν πληροφοριοδότη που θα εμφανιστεί στο Δικαστήριο ακριβώς απέναντι από το ξενοδοχείο, πιάνει το διπλανό δωμάτιο.

Όταν η συνάντηση με τη γυναίκα του ματαιώνεται, ο Μπρελ είναι τόσο θλιμμένος ώστε κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Όμως ο σωλήνας του νερού από τον οποίο επιχειρεί να κρεμαστεί στο μπάνιο του δωματίου του σπάει, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει όχι μόνο το δωμάτιό του, αλλά κι εκείνο του εκτελεστή γείτονά του, ο οποίος εκείνη τη στιγμή συναρμολογεί το ειδικό τυφέκι για να καθαρίσει τον τύπο απέναντι στο δικαστήριο… Από εκείνη τη στιγμή και μετά, οι τύχες των δύο αντρών ενώνονται, προς μεγάλη απέλπισα του δολοφόνου. Ο Μπρελ όχι μόνο του χαλάει τη δουλειά, αλλά του γίνεται φόρτωμα – είναι πράγματι ένας κακός μπελάς γι’ αυτόν.

Δείτε εδώ το trailer της ταινίας
Μπαραβέντο

3 out of 5 stars (3 / 5)

Έτος: 1962

Διάρκεια: 78′

Ασπρόμαυρη

Σκηνοθεσία: Γκλάουμπερ Ρόχα

Παίζουν: Λουίζα Μαρανιάο, Λούσι ντε Καρβάλιο, Αντόνιο Πιτάνγκα

Σύνοψη

Σε ένα ψαροχώρι της Μπαΐα, στη Βραζιλία, οι κάτοικοι του οποίου είναι απόγονοι σκλάβων από την Αφρική, η λατρεία του μυστικισμού καλά κρατεί. Ο ερχομός του Φιρμίνο, που έφυγε πριν χρόνια στο Σαλβαδόρ δραπετεύοντας από τη φτώχεια, πολώνει τις εντάσεις. Ο Φιρμίνο αρνείται τη φαταλιστική αντιμετώπιση των συντοπιτών του, και τους προτρέπει να εξεγερθούν ενάντια στον ιδιοκτήτη των διχτυών που χρησιμοποιούν για το ψάρεμα.

Δείτε το trailer της ταινίας

Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Γκλάουμπερ Ρόχα, του σημαντικότερου εκπροσώπου της βραζιλιάνικης κινηματογραφικής αβανγκάρντ. Μία από της σημαντικότερες ταινίες του βραζιλιάνικου κινήματος Cinema Novo της δεκαετίας του ‘60.

Ο ίδιος ο Ρόχα λέει για την ταινία: “Πολλά στοιχεία της ταινίας είναι από τα πράγματα που με απασχολούν: η μυθική μοιρολατρία, η πολιτική αναταραχή και η σχέση μεταξύ ποίησης και λυρισμού, μια περίπλοκη σχέση μέσα σε έναν βάρβαρο κόσμο. Είναι ένα κινηματογραφικό δοκίμιο, μια εμπειρία μύησης.”