
“Κατά κάποιον τρόπο απλώς φτιάχνουμε μουσική για να φτιάξουμε μουσική. Δεν σκεφτόμαστε ποτέ βαθιά το γιατί. Είναι κάτι που μας αρέσει να κάνουμε και οι ακροατές μπορούν, αν θέλουν, να βάλουν κάποιο πλαίσιο στη μουσική.”

Οι Mogwai έρχονται στην Αθήνα τον Δεκέμβριο και ο Γιάννης Ραουζαίος μίλησε μαζί τους για την ως τώρα διαδομή του συγκροτήματος. Οι απαντήσεις του Barry Burns.
Γ.Ρ. Το άλμπουμ The Young Team, που κυκλοφόρησε το 1997, ήταν μια φοβερή επίθεση σε όλα αυτά που ως τότε πιστεύαμε ότι μπορεί να είναι ο ήχος της κιθάρας· ήταν ένας απίστευτα παραμορφωτικός fuzzy ήχος που ταυτόχρονα δημιουργούσε μια κινηματογραφική ατμόσφαιρα. Θα ήθελες να μας πεις κάποια πράγματα για τις κύριες πηγές έμπνευσης αυτής της δουλειάς;
Β.Β. Εγώ μπήκα στο συγκρότημα μετά από τον δεύτερο δίσκο, αλλά ξέρω ότι ο πρώτος αποτελούσε μια αντίδραση στην Britpop αλλά και στη θορυβώδη μουσική όπως αυτή των Velvets, των Jesus And Mary Chain, των The God Machine και των MBV.
Γ.Ρ. Σε ποια βαθμό η επιτυχία, που ήρθε νωρίς, επηρέασε εσάς και την επαφή σας με την υπόλοιπη μουσική σκηνή;
Β.Β. Δεν νομίζω ότι η ειτυχία άλλαξε ιδιαίτερα κάποιον στο συγκρότημα. Ήταν όμως ωραίο που μπορέσαμε να συναντήσουμε πολλούς άλλους μουσικούς και να μάθουμε πράγματα από τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν οι άλλοι.
Γ.Ρ. Ήσασταν μία από τις αγαπημένες μπάντες του John Peel και κάνατε αρκετές δουλειές μαζί. Πώς ήταν να δουλεύει κανείς μαζί του;
Β.Β. Ήταν φανταστικά. Του άρεσε πολύ η μουσική μας και γενικά η σκωτσέζικη μουσική. Ήταν πάντα απόλαυση να δουλεύεις μαζί του και με την ομάδα του. Μας λείπει πολύ.
Γ.Ρ. Εκτός από το rock n’ roll, πόσο έχετε επηρεαστεί από άλλα μεγάλα ρεύματα του 20ού και 21ου αιώνα, όπως η πειραματική και avant garde μουσική, σε όλα τα είδη;
Β.Β. Πάντα αναζητούμε καινούρια μουσική. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουμε εμπνευστεί από πολλά διαφορετικά μουσικά είδη κατά τη διάρκεια της διαδρομής μας και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε.
Γ.Ρ. Πώς ήταν η εμπειρία του να δουλεύεις για την ταινία Atomic: living in dread and promise του Marc Cousin; Κατά τη γνώμη μου συμπληρώσατε τη δουλειά αυτού του μεγάλου σκηνοθέτη με μια πολύ κομψή ιμπρεσσιονιστική πινελιά.
Β.Β. Ήταν φοβερό πρότζεκτ και είμαστε πολύ περήφανοι γι’ αυτό. Οι ζωντανές εμφανίσεις ήταν ιδιαίτερα συγκινητικές, ειδικά όταν παίξαμε στην Ιαπωνία. Πιστεύω ότι η μουσική ταίριαξε πραγματικά πολύ καλά με τις εικόνες.
Γ.Ρ. Θα έλεγα ότι το ζωηρό χρώμα της μουσικής σας στην ταινία Miami Vice του M. Mann δίνει μια ιδιαίτερα ρομαντική αίσθηση σε μία από τις βασικές σκηνές της ταινίας. Σε ποιο βαθμό οι εικόνες και η μουσική αλληλοεπηρεάζονται στη δουλειά σας;
Β.Β. Όχι και πολύ. Συνήθως γράφουμε απλώς τραγούδια και σκεφτόμαστε τον ήχο τους. Οι εικόνες είναι περισσότερο για τον θεατή, πιστεύω.
Γ.Ρ. Πες μου αν θέλεις λίγα πράγματα για τη δημιουργία του The Hawk is Howling.
Πάει πολύς καιρός από τότε. Το ηχογραφήσαμε σε μια μικρή πόλη έξω από τη Γλασκώβη με τον Andy Miller και στη συνέχεια το μιξάραμε με τον Gareth Jones. Δεν θυμάμαι πολλά άλλα από τότε!
Γ.Ρ. Τι σας ώθησε να δημιουργήσετε τη δισκογραφική Rock Action Records; To κάνατε για να έχετε τον πλήρη έλεγχο του υλικού σας, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής και της διανομής; Για να είστε τελείως ανεξάρτητοι;
Β.Β. Ακριβώς αυτό. Το να έχεις τον έλεγχο των επιτυχιών σου, αλλά και των λαθών σου, είναι κάτι που σου δίνει δύναμη. Ελπίζω η δισκογραφική αυτή να αναπτυχθεί περισσότερο.
Γ.Ρ. Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στο studio και στην ζωντανή εμπειρία, κατά τη γνώμη σου;
Β.Β. Το live είναι μια πιο στιγμιαία εμπειρία, ενώ το studio έχει άλλα θετικά. Είναι ένας πολύ καλός τρόπος να βελτιώσεις το γράψιμό σου και, όταν επιτέλους ολοκληρώνεις κάτι, σε επιβραβεύει.
Γ. Ρ. Παίξατε σε πολλά φεστιβάλ ATP. Είναι αυτό ένας τρόπος να πείτε στο κοινό «ακόμη κι αν γίναμε γνωστοί, ποτέ δεν σταματήσαμε να είμαστε εφευρετικοί»;
Β.Β. Ειλικρινά, το κάναμε επειδή είμαστε κατά κάποιον τρόπο άπληστοι: θέλαμε να δούμε όλες τις αγαπημένες μας μπάντες και να αράξουμε μαζί τους. Το αλκοόλ έπαιξε μεγάλο ρόλο σε αυτά τα φεστιβάλ. Ήταν τιμή μας που μας ζήτησαν να παίξουμε.
Γ.Ρ. Ποιο ήταν το πλαίσιο του Rave Tapes και της τελευταίας σας δουλειάς, του Every Country’s Sun;
Β.Β. Δεν είμαι σίγουρος ότι κατάλαβα τι εννοείς. Αλλά όπως είπα πριν, κατά κάποιον τρόπο απλώς φτιάχνουμε μουσική για να φτιάξουμε μουσική. Δεν σκεφτόμαστε ποτέ βαθιά το γιατί. Είναι κάτι που μας αρέσει να κάνουμε και οι ακροατές μπορούν, αν θέλουν, να βάλουν κάποιο πλαίσιο στη μουσική.
Γ.Ρ. Θέλεις να μας πεις κάποια πράγματα για το πώς ήταν να δουλεύει κανείς με τη διάσημη Chemical Underground Records και τους φοβερούς μουσικούς της;
Β.Β. Ναι, ήταν κάτι πολύ καλό για τη Σκωτία και πολλές μπάντες θα δυσκολευόντουσαν αν δεν υπήρχαν οι Chemical Underground. Ήταν πολύ ωραίο που γίναμε φίλοι με τους Delgados, Arab Strap και De Rosa.
Γ.Ρ, Τι θα ήθελες να πεις στο ελληνικό κοινό πριν από τη συναυλία σας; Κι επίσης, τι πιστεύεις για την αγάπη; Είναι μια δύσκολη ερώτηση την οποία πάντα κάνω στις συνεντεύξεις μου με καλλιτέχνες εδώ και τριάντα χρόνια.
Β.Β. Στο κοινό θα έλεγα: σας παρακαλώ φέρτε όλη την οικογένεια και τους φίλους σας στο live (γέλια)! Σας χρειαζόμαστε!
Όσον αφορά στην αγάπη: μου αρέσουν οι Love, το συγκρότημα. Πολύ!